ηπατίτιδα

ηπατίτιδα
Φλεγμονή του ήπατος. Μπορεί να οφείλεται σε ιούς, σε φάρμακα (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) και σε δηλητήρια. Διακρίνονται διάφοροι τύποι η. ανάλογα με τον αιτιολογικό παράγοντα: η.Α (παλαιότερα γνωστή ως λοιμώδης). Προκαλείται από τον ιό της η. Α και μεταδίδεται μέσω μόλυνσης της τροφής ή του νερού από κόπρανα πάσχοντος καθώς και με άμεση επαφή (σεξουαλική ή ιατρογενή). Ο χρόνος επώασης είναι 15 έως 45 ημέρες. Δεν εξελίσσεται σε χρόνια νόσο ούτε υπάρχουν υγιείς φορείς του υπεύθυνου ιού. Υπάρχει εμβόλιο για την πρόληψη της νόσου. Οι ασθενείς αναρρώνουν μέσα σε λίγες εβδομάδες. η.Β (παλαιότερα γνωστή ως ορώδης). Προκαλείται από τον ιό της η. Β που βρίσκεται στα υγρά του σώματος (σάλιο, αίμα, σπέρμα, δάκρυα κλπ.) πασχόντων και υγιών φορέων. Μεταδίδεται με άμεση επαφή (σεξουαλική, ιατρογενώς με μολυσμένες βελόνες ή μετάγγιση μολυσμένου αίματος, σε χρήστες ναρκωτικών ουσιών), από μητέρα στο έμβρυο κλπ. Ο χρόνος επώασης είναι συνήθως 6-8 εβδομάδες. Σχετίζεται με πιθανό μελλοντικό ηπάτωμα, κίρρωση ή ηπατική ανεπάρκεια. Υπάρχει εμβόλιο για την πρόληψη της νόσου. Το 1965 ο Αμερικανός επιστήμονας Μπαρούχ Μπλάμπεργκ ταυτοποίησε το αυστραλιανό αντιγόνο (στοιχείο ιού), που καθορίζει αν το αίμα μπορεί να μεταδώσει η. Β. Το προς μετάδοση αίμα εξετάζεται για την πιθανότητα μετάδοσης η. Β. η. C. Οφείλεται στον ιό της η. C και μεταδίδεται όπως και η η. Β, όμως σε μερικές περιπτώσεις ο τρόπος μετάδοσης παραμένει άγνωστος. Ο χρόνος επώασης είναι 8-12 εβδομάδες. Συχνά προκαλεί χρόνια ηπατίτιδα και κίρρωση. Σχετίζεται με πιθανό μελλοντικό ηπάτωμα. Δεν υπάρχει εμβόλιο. η.D. Οφείλεται στον ιό της η. D, αλλά αναπτύσσεται μόνο παρουσία του ιού της η. Β σε περιπτώσεις ταυτόχρονης μόλυνσης ή επιμόλυνσης. η.Ε. Αυτοπεριοριζόμενος τύπος η. που μεταδίδεται με τροφή ή νερό. Παρουσιάζει αυξημένη θνησιμότητα, όταν προσβάλλει εγκύους. Δεν εξελίσσεται σε χρόνια η. και δεν υπάρχει εμβόλιο. Φαρμακευτικήτοξικήη. Προκαλείται από φάρμακα ή έκθεση σε χημικές ουσίες. Η η. ταξινομείται, ανάλογα με το στάδιο της πορείας της νόσου και την επιθετικότητά της, σε οξεία, χρόνια ενεργό ή επιθετική, χρόνια επιμένουσα κλπ. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει πυρετό, αδυναμία, ανορεξία ναυτία, έμετο, μυϊκούς πόνους, ίκτερο κλπ. Η η. C μπορεί να είναι και ασυμπτωματική. Ο χρόνος ανάρρωσης ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο της νόσου. Η θνησιμότητα είναι μεγαλύτερη στις η. Β και η., D. Ειδική θεραπεία δεν υπάρχει. Η έλλειψη διαφόρων παραγόντων από τη διατροφή του ανθρώπου –ειδικότερα πρωτεϊνών, υδατανθράκων και βιταμινών του συμπλέγματος Β– μπορεί να προκαλέσει ή να ευνοήσει την εμφάνιση ηπατικών παθήσεων. Σύμφωνα με έρευνες ομάδας επιστημόνων της Καλιφόρνια, το 1996 ανακοινώθηκε ότι βρέθηκε ένας νέος ιός η. που προκαλεί χρόνιες αλλά και οξείες λοιμώξεις στο ήπαρ. Πρόκειται για την η. G, ο ιός της οποίας είναι συγγενής του ιού της η. C.
* * *
η (AM ἡπατῑτις)
οξεία ή χρόνια φλεγμονή τού ήπατος, διάχυτη ή εστιακή, την οποία συνήθως προκαλεί λοιμώδης αιτία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήπαρ, -τος + -ίτις (πρβλ. ικτερ-ίτις)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ηπατίτιδα — η ασθένεια του συκωτιού: Στην πόλη μας σημειώθηκαν φέτος πολλά κρούσματα ηπατίτιδας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μέτρηση — (Ιατρ.). Ποσοτική ανίχνευση διαφόρων μεγεθών στον ανθρώπινο οργανισμό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής: 1)μ. της αγωγιμότητας των νεύρων. Πρόκειται για μέθοδο μ. της ταχύτητας, με την οποία μεταδίδονται οι ηλεκτρικές ώσεις κατά μήκος ενός νεύρου.… …   Dictionary of Greek

  • -ίτιδα — (ΑΜ ῑτις) κατάλ. θηλ. ουσ. τής Ελληνικής, επαυξημένη μορφή τής κατάλ. τις ( ι τις), που σχηματίστηκε κατά την κατάλ. αρσενικών ίτης*. Τα ουσ. σε ιτις στην Αρχαία Ελληνική δεν χρησιμοποιούνταν μόνο ως θηλ. αντίστοιχων αρσενικών σε ίτης (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • ήπαρ — Με την ονομασία αυτή αναφέρεται συνήθως στα ιατρικά συγγράμματα το συκώτι, όργανο που βρίσκεται στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο μεταξύ του διαφράγματος και του εγκάρσιου κόλου· εντοπίζεται στο ανώτερο τμήμα του επιγαστρίου, μπροστά στο πάνω… …   Dictionary of Greek

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • διάγνωση — Η διαδικασία που ακολουθείται για την αναγνώριση της νόσου από την οποία πάσχει κάποιος. Σε κάθε περίπτωση, οι γνώσεις, η πείρα και η οξύνοια του γιατρού συμβάλλουν αποφασιστικά στην ανάλυση και εκτίμηση των δεδομένων, καθώς και της σχέσης που… …   Dictionary of Greek

  • ηπάτωμα — Ο πιο συχνός τύπος καρκινικού όγκου του ήπατος. Προέρχεται από το παρέγχυμα του οργάνου και συνήθως παρουσιάζεται σε ανθρώπους που έχουν ηπατίτιδα ή κίρρωση του ήπατος. * * * το όγκος ηπατικών κυττάρων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ.… …   Dictionary of Greek

  • λοίμωξη — Παθολογική διεργασία που ακολουθεί την εισβολή και την εγκατάσταση στο σώμα παθογόνων μικροοργανισμών, όπως είναι οι ιοί, τα μικρόβια, οι μύκητες, τα πρωτόζωα και οι ρικέτσιες. Από το πλήθος των μικροοργανισμών του περιβάλλοντος λίγοι είναι οι… …   Dictionary of Greek

  • σκληρογόνος — α, ο, θηλ. και ος, Ν 1. ιατρ. αυτός που δημιουργεί σκλήρωση («η αλκοολική ηπατίτιδα είναι σκληρογόνα») 2. φρ. «σκληρογόνος μέθοδος» ιατρ. τεχνητή δημιουργία ινώδους ιστού για θεραπευτικούς σκοπούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sclerogen… …   Dictionary of Greek

  • αναλύσεις, κλινικές — Μορφολογικές, φυσικές, χημικές και βιολογικές εξετάσεις, που γίνονται σε ιστούς, εκκρίματα, απεκκρίματα ή παθολογικά προϊόντα του οργανισμού, με σκοπό να οδηγηθεί ο γιατρός στη σωστή διάγνωση, στον καθορισμό της βαρύτητας και στην παρακολούθηση… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”